Τρίτη 17 Απριλίου 2012

Επανάσταση χωρίς όχθες… μέρος Α'

 
«Κάθε μυθολογία κατανικάει, υποτάσσει και μεταμορφώνει τις δυνάμεις της φύσης μόνο στη φαντασία και με την βοήθεια της φαντασίας. Συνεπώς, εξαφανίζεται μόλις έρθει η πραγματική κυριαρχία πάνω σε αυτές τις δυνάμεις της φύσης..»

«Στη διάρκεια δεκαετιών κοπιάσαμε πολύ για να καθαρίσουμε τα κεφάλια των γερμανών εργατών από τον ουτοπικό σοσιαλισμό, από τις φανταστικές παραστάσεις για το μέλλον…»
Κ.Μαρξ και Φ.Ένγκελς, Άπαντα, τομ.46 σελ.47 – τομ.34 σελ.235


Το κράτος που θα μπορούσε να λειτουργήσει τέλεια, εξασφαλίζοντας στους πολίτες του αυτό που λέμε υλική ευημερία, άψογη εξυπηρέτηση, υποδειγματική τάξη και οργάνωση, αποφυγή ή και εξάλειψη των συγκρούσεων στην αγορά εργασίας κ.λπ., θα είχε δημιουργήσει τις προϋποθέσεις  για την καταστροφή του. Υπάρχουν πολλές μορφές καταστροφής: πόλεμοι, οικολογικός αφανισμός, εσωτερικές συγκρούσεις και κοινωνικό χάος. Η μορφή, όμως, της καταστροφής που έρχεται σαν εσωτερική αναγκαιότητα, όσο πλησιάζουμε προς ένα τέτοιο τέλειο κράτος, είναι η τελευταία: το κοινωνικό χάος. Η ίδια τύχη περιμένει τις κοινωνίες μας, ακόμη πιο σύντομα, αν το κράτος μείνει όπως είναι ή γίνει χειρότερο.


Το πράγμα φαίνεται σαν κάτι παράδοξο. Το παράδοξο, όμως, δεν είναι αυτό. Γιατί υπάρχουν πολλές διαδικασίες που φτάνουν στο σημείο του «μπρος γκρεμό και πίσω ρέμα». Το μεγάλο παράδοξο βρίσκεται αλλού: Το ίδιο το κράτος αναπτύσσεται με τέτοιο τρόπο, που κόβει κάθε δυνατότητα να βγούμε από το δρόμο της καταστροφής. Κλείνει με τέχνη και επιμέλεια κάθε ρωγμή που θα μπορούσε να γίνει μια διέξοδος για τη σωτηρία. Και ακόμη περισσότερο, έχει βρει τρόπους για να κρύβει ότι υπάρχει δυνατότητα ν' αλλάξουμε δρόμο. Ή ότι μπορεί να υπάρχει άλλος δρόμος. Και είναι τέτοια η πλύση εγκεφάλου και τόσα τα τεχνάσματα, ώστε το ‘χει σχεδόν καταφέρει. Κι όχι μόνο αυτό, αλλά, αν κάποιος μαντέψει ότι κάτι άλλο πρέπει να υπάρχει (γιατί πραγματικά υπάρχει κάτι άλλο),  έχουν συσσωρευτεί γύρω του, η μια πάνω στην άλλη, τόσες «αποδείξεις» για το αντίθετο, ώστε πείθεται τελικά ότι η σκέψη του δεν ήταν παρά μια ουτοπία. Ένα ποιητικό όνειρο. Κι έτσι όταν λέμε ότι το κράτος φτάνει στην τελειότητα, σημαίνει ότι έχει κλείσει πια και η τελευταία πόρτα διαφυγής. Και μάλιστα με τέτοιο τέλειο τρόπο, με τέτοιους μηχανισμούς «αναπτυγμένης τεχνολογίας», που καμιά δύναμη δεν μπορεί να την ανοίξει. Το ίδιο το κράτος κάνει το παν (και το κάνει με φοβερή τέχνη και «αυτονομία») για ν' αποκλείσει κάθε ενδεχόμενο σωτηρίας του. Αυτό είναι το μεγάλο παράδοξο.

Μπορούμε να πούμε ότι τώρα βρισκόμαστε στη φάση που πάει να κλείσει, σιγά σιγά, η τελευταία πόρτα. Όταν κλείσει και η πόρτα αυτή, θα έχει έρθει οριστικά και αμετάκλητα η ώρα της μεγάλης καταστροφής. Η ώρα μηδέν του ανθρώπου.

Θα πρέπει να σημειώσουμε, ότι μιλάμε για όλα τα κράτη. Τόσο για τα κράτη που αντιστοιχούν σε κοινωνίες με κυρίαρχες και κυριαρχούμενες τάξεις, όσο και για τα κράτη που έχουν δημιουργηθεί στις κοινωνίες του υπαρκτού σοσιαλισμού διαφόρων τύπων.

Θ' αρχίσουμε όμως από τα πρώτα. Και θ' αρχίσουμε πολύ απλά. Θα ξεκινήσουμε από την παρατήρηση πως για να μπορέσει κάποιος να υποχρεώσει μια ομάδα ανθρώπων να δουλέψει γι' αυτόν, για να μπορέσει να εκμεταλλευτεί τη δουλειά άλλων, χρειάζεται να διαθέτει και να χρησιμοποιεί κάποια δύναμη καταναγκασμού. Θα μπορούσε να πει κανείς ότι η κυριότερη δύναμη καταναγκασμού είναι αυτό που λέμε γενικά η βία των όπλων. Κι όμως, από μια άλλη άποψη, η βία των όπλων παίζει μονάχα δευτερεύοντα και βοηθητικό ρόλο. Η κυριότερη δύναμη καταναγκασμού είναι η αποκλειστική, κατοχή των τεχνικών μέσων που είναι απαραίτητα για τη ζωή των ανθρώπων και επίσης των γνώσεων που είναι απαραίτητες για τη ζωή των ανθρώπων. Η μορφή αυτή του καταναγκασμού είναι πολύ παλιά. Υπάρχει σήμερα πολύ ανθρωπολογικό υλικό που δείχνει ότι και η παλιότερη μορφή κυριαρχίας ανθρώπων πάνω σ' άλλους ανθρώπους (η κυριαρχία των αντρών πάνω στις γυναίκες και τα παιδιά) βασίστηκε σε μεγάλο βαθμό στο ότι οι άντρες πέτυχαν να πάρουν στην κατοχή τους γνώσεις και τεχνικά μέσα απαραίτητα για τη ζωή και ν' αποκλείσουν απ' αυτά τις γυναίκες. Είναι χαρακτηριστικό το κλασικό παράδειγμα των Γιρ - Γιουρόντ της Αυστραλίας. Όταν ανακαλύφθηκαν, χρησιμοποιούσαν ακόμη πέτρινα εργαλεία και το κυριότερο ανάμεσα σ' αυτά ήταν το πέτρινο τσεκούρι. Οι γυναίκες δεν μπορούσαν να έχουν δικό τους πέτρινο τσεκούρι. Καμιά γυναίκα δεν μπορούσε να πει «το τσεκούρι μου». Αν το χρειαζόταν για δουλειά, έπρεπε να το ζητήσει από κάποιον άντρα, πατέρα ή σύζυγο. Όταν τέλειωνε τη δουλειά της έπρεπε να το επιστρέψει στον κάτοχο του. Το πέτρινο τσεκούρι ήταν το πολυτιμότερο εργαλείο για τη φυλή και χωρίς αυτό η επιβίωση ήταν σχεδόν αδύνατη, σ' εκείνο το περιβάλλον. Αλλά και η άλλη μεγάλη τεχνική εφεύρεση του ανθρώπου, η φωτιά, ήταν κι αυτή την κατοχή των αντρών. Τα ξύλα, που τα έτριβαν το ένα μέσα στ' άλλο για ν' ανάψουν φωτιά, ήταν, αυστηρά, αντρικά σύμβολα. Αυστηρό αντρικό σύμβολο ήταν και το πέτρινο τσεκούρι. Γύρω από τη φωτιά και το πέτρινο τσεκούρι υπήρχαν διάφορες τελετουργίες και παραδόσεις που στερέωναν την αντρική κυριαρχία στη φυλή. Θα ήταν δυνατό να γεμίσουν πολλοί τόμοι με παρατηρήσεις εθνογράφων και ανθρωπολόγων που μιλούν για τα διάφορα «ταμπού», στις λεγόμενες πρωτόγονες κοινωνίες, που έχουν σχέση με την κυριαρχία των αντρών. Εξάλλου ο αποκλεισμός των γυναικών από τις γνώσεις και ειδικά από τις τεχνικές γνώσεις, είναι κάτι που το ζούμε ακόμη και σήμερα.

Το ίδιο συμβαίνει και με μια άλλη μεγάλη ανθρώπινη ανακάλυψη, ένα άλλο ισχυρό όπλο επιβίωσης: την ομιλία, το λόγο. Οι άντρες κατάφεραν να περιορίσουν το δικαίωμα λόγου στις γυναίκες και, το κυριότερο, να τις κρατήσουν μακριά από τις συζητήσεις που κατέληγαν στη διαμόρφωση αποφάσεων.

Ίσως το ίδιο να μπορούσε να γίνει και από τις γυναίκες σε βάρος των αντρών. Αλλά εδώ πρέπει να έχει επέμβει η φυσική επιλογή. Μια ανθρώπινη ομάδα κάτω από την κυριαρχία ενός μόνο άντρα, ή λίγων μόνο αντρών, έχει μεγαλύτερες στατιστικές πιθανότητες για αριθμητική αύξηση (και συνεπώς για επιβίωση) από ότι μια ομάδα με αντίθετη σύνθεση.

Ο αποκλεισμός από την κατοχή όπλων και μέσων παραγωγής και από την απόκτηση γνώσεων, ο περιορισμός του δικαιώματος του λόγου και της έκφρασης, είναι, λοιπόν, πανάρχαια μέσα καταναγκασμού για την κυριαρχία ανθρώπων πάνω σε άλλους ανθρώπους. Είναι τα μέσα που χρησιμοποίησαν οι αρσενικοί για την υποταγή των θηλυκών. Και είναι τα ίδια μέσα που χρησιμοποίησαν κατόπιν λίγοι αρσενικοί για την υποταγή όλων των άλλων ανθρώπων, αρσενικών και θηλυκών.

Αν δεχτούμε σαν αληθινό ότι το έμβρυο, από το οποίο αναπτύχτηκαν όλες οι σημερινές ταξικές κοινωνίες, ήταν η κυριαρχία των αρσενικών και η υποταγή της γυναίκας, αυτό σημαίνει ότι έχουμε ένα φαινόμενο κοινωνικής «τερατογένεσης». Πώς ήταν δυνατό ν' αναπτυχθεί και να ζήσει ομαλά μια ανθρώπινη κοινωνία που ξεκίνησε με την υποταγή του ενός φύλου από το άλλο; Και, συγκεκριμένα, μια κοινωνία που βασίστηκε στη ζωική αρχή της κυριαρχίας του «ισχυρού αρσενικού», μια αρχή που τείνει να εξαλειφθεί (κάτω από την πίεση της φυσικής επιλογής) ακόμη και σε πολλά είδη ζώων; Αλλά τα εργαλεία, τα όπλα, οι γνώσεις, ο λόγος, αναπτύχτηκαν μέσα στις ανθρώπινες κοινωνίες σαν μέσα για την επιβίωση των ανθρώπων. Αυτή είναι η φυσιολογική τους χρήση. Η χρησιμοποίηση τους για υποταγή άλλων ανθρώπων σημαίνει μια αλλαγή της λειτουργίας των μέσων αυτών. Έτσι π.χ. τα μέσα συντήρησης και τα μέσα παραγωγής χάνουν, στα χέρια των κυρίαρχων, τον κύριο χαρακτήρα που έχουν από τη φύση τους. Δε χρησιμοποιούνται πια μόνο για τη συντήρηση του κατόχου τους και την επιβίωση της ομάδας, αλλά κυρίως για την απόκτηση και την κατοχή μιας κυριαρχικής θέσης μέσα στην ανθρώπινη κοινωνία. Ο πεντακοσιομέδιμνος της αρχαίας αθηναϊκής κοινωνίας (για να πάρουμε ένα χοντρικό παράδειγμα) μπορούσε σίγουρα να ζήσει και με 300 μέδιμνους. Αλλά τότε θα περνούσε σε κατώτερη θέση κυριαρχίας. Προσπαθεί, λοιπόν, να βρει τρόπους για να έχει παραγωγή πάνω από 500 μέδιμνους. Αλλά, αυτό, που ίσως το βρίσκουμε πολύ λογικό και πολύ φυσικό, οδηγεί στο παράλογο και αφύσικο να χρησιμοποιείται η γη και η τροφή, όχι πια σαν μέσο συντήρησης του κατόχου τους, αλλά κυρίως σαν μέσο και μέτρο διατήρησης της κυριαρχίας του.

Οι πετυχημένοι έμποροι του Μεσαίωνα έδιναν μεγάλο μέρος της περιουσίας τους για ν' αγοράσουν κάποιο τίτλο ευγενείας. Ο καπιταλιστής π.χ. των αρχών της βιομηχανικής επανάστασης, που ανανέωνε τις μηχανές του, ρίχνοντας στο δρόμο μια σειρά εργάτες, δεν το έκανε για ν' αυξήσει το βιοτικό του επίπεδο ή για να δώσει στην κοινωνία περισσότερα προϊόντα. Αλλά, γιατί αν δεν το έκανε, θα έχανε τη θέση του στην αγορά και θα ξέπεφτε στην κοινωνική ιεραρχία.

Γενικά, μπορούμε να πούμε ότι ολόκληρη η ταξική κοινωνία λειτουργεί και αναπτύσσεται με κεντρικό άξονα αυτή την προσπάθεια των κυρίαρχων να διατηρήσουν και να βελτιώσουν τις κυριαρχικές τους θέσεις. Και το κράτος που δημιουργείται σ' αυτές τις κοινωνίες έχει για κύρια αποστολή του να ρυθμίζει τη ζωή και τη λειτουργία της κοινωνίας με τέτοιο τρόπο, ώστε να μη κινδυνεύουν ποτέ οι κυρίαρχοι να χάσουν την κυριαρχία τους. Υπάρχει βέβαια αυτό που λέμε σχετική αυτονομία του κράτους και υπάρχει επίσης η τάση να εμφανίζεται το κράτος σαν όργανο που εξασφαλίζει στους πολίτες του προστασία, παροχές, δικαιώματα. Αλλά όλα αυτά μπορούν να γίνονται ως το σημείο που ο δείχτης της «κοινωνικής ισορροπίας» δε φτάνει στο κόκκινο. Εκεί, δηλαδή, που αρχίζουν να χτυπούν τα σήματα κινδύνου ότι απειλείται η κυριαρχία της άρχουσας τάξης. Γιατί τότε μπαίνουν σε λειτουργία οι μηχανισμοί ασφαλείας, για να διατηρηθεί και να ενισχυθεί η κυριαρχία αυτή.

Όλα αυτά είναι, λίγο πολύ, γνωστά και συζητημένα. Τα επαναλαμβάνουμε γιατί θέλουμε να συγκρατήσουμε την προσοχή του αναγνώστη στο εξής: Το κράτος εξασφαλίζει πολλές φορές στους πολίτες του προστασία, παροχές, δικαιώματα, όχι γιατί αυτό είναι η κύρια αποστολή του, αλλά για να μην απειληθεί η κυριαρχία των λίγων. Αυτό είναι η κύρια αποστολή του. Προστασία, παροχές και δικαιώματα χορηγούνται από το ταξικό κράτος (όπως έχει δείξει η ιστορία) μόνο όταν η μη χορήγηση τους μπορεί ν' απειλήσει τη διατήρηση της κυριαρχίας της άρχουσας τάξης. Και μέσα σ' αυτά τα πλαίσια της βασικής αυτής αποστολής του κράτους, έχουν δημιουργηθεί ορισμένα περιθώρια αυτονομίας. Είναι μέσα σ' αυτά τα περιθώρια και μόνο που το κράτος εμφανίζεται σαν η «προσωποποίηση του καθολικού πνεύματος και του γενικού συμφέροντος της κοινωνίας». Και με τον τρόπο αυτό κατάφερε να κάνει όλους τους πολίτες αλληλέγγυους και συνένοχους για τη διατήρηση της ταξικής κοινωνίας και, φυσικά, της κυριαρχίας των ισχυρών.

Επικαλεστήκαμε την προσοχή του αναγνώστη στα παραπάνω για τον εξής λόγο: Αν δεχτούμε ότι τα μέσα παραγωγής χρησιμοποιούνται από τους κυρίαρχους σαν μέσα για τη διατήρηση της κυριαρχίας τους, αν δεχτούμε ότι ολόκληρη η ταξική κοινωνία και το κράτος της λειτουργούν με βάση την προσπάθεια των κυρίαρχων να διατηρήσουν την κυριαρχία τους, αυτό σημαίνει ότι όλα αυτά είναι αποτέλεσμα μια συγκεκριμένης συμπεριφοράς μιας συγκεκριμένης ομάδας ανθρώπων. Της συμπεριφοράς που κύριο στοιχείο της είναι η χρησιμοποίηση των μέσων επιβίωσης με τρόπο που να εξασφαλίζει την κυριαρχία πάνω σε άλλους ανθρώπους. Αν η ανάπτυξη των μέσων παραγωγής έχει οδηγήσει σε καταστάσεις ντροπής, όπως η υποταγή των γυναικών, η δουλεία και η δουλοπαροικία, ή σε καταστάσεις παρανοϊκές, όπως οι κρίσεις υπερπαραγωγής, η ανεργία και οι καταστροφές στο φυσικό περιβάλλον, δε φταίνε τα μέσα παραγωγής. Αιτία είναι η συμπεριφορά ορισμένου κύκλου ανθρώπων, συμπεριφορά που συνεπάγεται τη χρησιμοποίηση όλων των δυνατών μέσων για την κυριαρχία των κύκλων αυτών πάνω στα υπόλοιπα μέλη της ομάδας.

Οι άνθρωποι, που δρουν με βάση αυτή τη συμπεριφορά προσπαθούν σχεδόν πάντοτε ν' αποδείξουν, για τον εαυτό τους και για τους άλλους, ότι η συμπεριφορά αυτή είναι η μόνη δυνατή, η μόνη που είναι σύμφωνη με θεϊκούς, φυσικούς ή κοινωνικούς νόμους. Το ότι η συμπεριφορά αυτή οδήγησε π.χ. στη δουλεία, στη δουλοπαροικία και στον καπιταλισμό ήταν, επομένως κάτι αναπόφευκτο, αφού κανένας άλλος δρόμος δεν ήταν δυνατός για την ανθρωπότητα. Το ίδιο αναπόφευκτη είναι, κατά τις απόψεις αυτές, και η πορεία προς το «τέλειο κράτος».
Η βασική θέση του άρθρου αυτού είναι ότι κανένας «νόμος», πέρα από τη θέληση και τις επιδιώξεις των ανθρώπων, δεν βρίσκεται πίσω από τη συμπεριφορά που έχει οδηγήσει τις ανθρώπινες κοινωνίες π.χ. στη δουλεία, στη δουλοπαροικία και στον καπιταλισμό. Η πορεία αυτή της ανθρωπότητας ήταν ένα μεγάλο λάθος, ένα πραγματικό φιάσκο του ανθρώπινου είδους, που οφείλεται σε άγνοια της αληθινής φύσης του. Αποκορύφωμα αυτού του ανθρώπινου φιάσκου θα είναι ο «τέλειο κράτος». 

Οι οικονομικές και κοινωνικές εξελίξεις στην ανθρωπινή ιστορία δεν οφείλονται καθόλου σε κάποια «ιστορική αναγκαιότητα», ή σε κάποιο νομοτελειακό προσές». Διαμορφώνονται σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις επιδιώξεις των ανθρώπων και, συγκεκριμένα, ανάλογα με το πώς χρησιμοποιούν οι άνθρωποι τα μέσα παραγωγής κι επιβίωσης. Οι επιθυμίες και οι επιδιώξεις αυτές υπάρχουν μέσα στον άνθρωπο και δεν καθορίζονται από τα μέσα παραγωγής. Η χρησιμοποίηση των μέσων παραγωγής, για την κυριαρχία πάνω σε άλλους ανθρώπους, δεν είναι καθόλου η μόνη και δεν είναι (και δεν ήταν ποτέ) η αναγκαία και αναπόφευκτη συμπεριφορά για την πρόοδο της ανθρωπότητας. Απεναντίας, ήταν πάντοτε μια συμπεριφορά που οδηγούσε σε καταστροφές και σε ανθρώπινη δυστυχία.

Με λίγα λόγια, η βασική θέση αυτού του άρθρου είναι ότι η μεγάλη δύναμη που διαμορφώνει τις ανθρώπινες κοινωνίες είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά και όχι άλλοι παράγοντες που ξεφεύγουν από τον έλεγχο και την καθοδήγηση του ανθρώπου.

Το πρωταρχικό είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά: ο τρόπος που ενεργεί και δρα ο άνθρωπος απέναντι στους άλλους ανθρώπους. Όλα τα άλλα (όπλα, εργαλεία, γνώσεις και γενικά κάθε μέσο επιβίωσης) δεν είναι παρά τα όργανα αυτής της συμπεριφοράς.

Η συμπεριφορά που έχει οδηγήσει σ' όλες τις σημερινές υπαρκτές κοινωνίες είναι μια ολέθρια επιλογή που την έχει συντηρήσει η άγνοια κι η αδυναμία των ανθρώπων. 


Στις συνθήκες της μονοδιάστατης, της άψυχης πραγματικότητας, η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων δεν υποσκάπτει πια τα θεμέλια του καπιταλιστικού συστήματος, αλλά αντίθετα τα δυναμώνει, συντελώντας στη βελτίωση του βιοτικού επιπέδου της εργατικής τάξης. Έτσι η εργατική τάξη «ενσωματώνεται» μέσα στο σύστημα  και χάνει τα κατάλοιπα της παλιάς της επαναστατικότητας.
Χέρμπερτ Μαρκούζε ‘’Ο Μονοδιάστατος Άνθρωπος’’


Κάναμε όμως αυτή τη σύντομη και κάπως βιαστική παρουσίαση για να μπορέσουμε να φτάσουμε όσο το δυνατό συντομότερα στην κεντρική θέση αυτού του άρθρου και να ξεκαθαρίσουμε απ' την αρχή κάτι που θεωρούμε πολύ σημαντικό. Να ξεκαθαρίσουμε δηλαδή για τον αναγνώστη ότι το άρθρο αυτό, δεν είναι ιδεολογικά και θεωρητικά «αθώο». Βρίσκεται συνειδητά και «εν γνώσει των συνεπειών» σε σύγκρουση με τη θεωρία που αντιπροσωπεύει, εδώ και πάνω από εκατό χρόνια, τις πιο ισχυρές και τις πιο συγκροτημένες απόψεις γύρω από τα κοινωνικά και τα ιστορικά φαινόμενα. Εννοούμε τη θεωρία του μαρξιστικού διαλεκτικού και ιστορικού υλισμού. Συγκεκριμένα, το άρθρο αυτό βρίσκεται σε σύγκρουση με την κεντρική θέση της θεωρίας αυτής που λέει (με μια απλή και σύντομη διατύπωση), ότι τα κοινωνικά και ιστορικά φαινόμενα αποτελούν νομοτελειακά προσές, πέρα από τις επιθυμίες και τις διαθέσεις των ανθρώπων.

Η σύγκρουση με την αντίληψη του ιστορικού υλισμού δε σημαίνει ότι το άρθρο αυτό έχει κάποια «ιδεαλιστική» τοποθέτηση, αφού είναι το ίδιο υλιστικό να υποστηρίζει κανείς ότι το πρωταρχικό στην κοινωνία είναι ο άνθρωπος, σα βιολογική ύπαρξη, σαν υλικό προϊόν της φύσης (πράγμα που γίνεται σ' αυτό το άρθρο) με το να υποστηρίζει ότι το πρωταρχικό είναι άψυχα υλικά αντικείμενα, προϊόντα του ανθρώπου, π.χ. τα μέσα παραγωγής (όπως υποστηρίζει η μαρξιστική αντίληψη). Το άρθρο αυτό, λοιπόν, είναι τοποθετημένο μέσα στα όρια του ιστορικού υλισμού (με την έννοια ότι οι αιτίες των κοινωνικών φαινομένων πρέπει να αναζητούνται σε υλικούς παράγοντες) αλλά προβάλλει μια διαφορετική αντίληψη για το ποιοί είναι οι υλικοί αυτοί παράγοντες. 

Υπάρχει ένας σοβαρός λόγος που οδήγησε σ' αυτή τη διαφοροποίηση. Ο λόγος αυτός είναι ότι η θεμελιώδης μαρξιστική θέση για τη νομοτέλεια των κοινωνικών φαινομένων επιβεβαίωνε, κατά ένα απροσδόκητο τρόπο, ορισμένα άλλα συμπεράσματα σχετικά με την άποψη ότι είναι η ανθρώπινη συμπεριφορά που διαμορφώνει τις ανθρώπινες κοινωνίες.

Για να γίνει κατανοητό αυτό, θα ξεκινήσουμε από μια απλή διαπίστωση: Η μαρξιστική αντίληψη για την ανθρώπινη ιστορία, ο διαλεκτικός και ιστορικός υλισμός, έχει χτιστεί με βάση το δεδομένο ότι οι κοινωνικές εξελίξεις και αλλαγές διέπονται από νόμους, ανάλογους με τους νόμους που διέπουν τα φυσικά φαινόμενα. Ο άνθρωπος, λέει ο μαρξισμός, δεν μπορεί ν' αλλάξει τους νόμους αυτούς. Εκείνο που μπορεί να κάνει είναι να μάθει αυτούς τους νόμους κι έτσι να μπορέσει να βρει τρόπους να κατευθύνει τη δική του δράση σύμφωνα με τη φορά των νόμων αυτών. Αν πάει κόντρα σ' αυτούς τους νόμους είναι χαμένος. Εκεί τελειώνουν τα όρια της ανθρώπινης ελευθερίας. Μ' αυτό το δεδομένο ξεκινάει και χτίζεται ο μαρξιστικός διαλεκτικός και ιστορικός υλισμός. Δεν είναι επομένως δυνατό (λογικά και πρακτικά) να φτάσει σε συμπεράσματα που θα έρχονται σε αντίθεση με το δεδομένο αυτό. Μια θεωρία που ξεκινάει «εκ προοιμίου» με το ότι τα κοινωνικά φαινόμενα διέπονται από νόμους έξω από τη θέληση και τις διαθέσεις των ανθρώπων, δεν είναι δυνατό να καταλήξει σε συμπεράσματα που να λένε ότι τα κοινωνικά φαινόμενα μπορεί να οφείλονται (σε τελευταία ανάλυση) σε ανθρώπινες επιλογές. Το έχει αποκλείσει εκ των προτέρων.
   
Είναι όμως τυχαίο το ότι ο μαρξισμός ξεκινάει μ' ένα τέτοιο δεδομένο; Ας δούμε τα πράγματα από πιο κοντά. Ο Μαρξ και ο 'Ενγκελς έζησαν σε μια μεγάλη εποχή. Σε μια εποχή που οι φυσικές επιστήμες είχαν ήδη βρει θεμελιώδεις νόμους που κυβερνούσαν πολλά από τα σημαντικά φαινόμενα στη φύση. Ο άνθρωπος είχε κατορθώσει ν' αποσπάσει μερικά από τα μεγάλα μυστικά του φυσικού κόσμου. Οι φυσικοί νόμοι είχαν αρχίσει να εκτοπίζουν από τη φύση τη «σοφία του θεού». Σειρά είχε τώρα ο άλλος μυστηριώδης κόσμος, που είχε δημιουργηθεί, αλλά δεν όριζε, ο άνθρωπος: η ανθρώπινη κοινωνία, ο ανθρώπινος πολιτισμός. Μεγάλα μυαλά της εποχής στράφηκαν προς αυτή την κατεύθυνση. Να δείξουν, δηλαδή, ότι και τα φαινόμενα του κόσμου αυτού (κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, πόλεμοι, επαναστάσεις, η άνοδος και η πτώση κρατών και πολιτισμών) οφείλονται σε νόμους που δρουν μέσα στην ανθρωπότητα, με τον ίδιο τρόπο που οι φυσικοί νόμοι δρουν μέσα στη φύση. Σε νομούς που είναι έξω από τη θέληση και έξω από τις επιθυμίες των ανθρώπων. Μέσα σ' αυτό το κλίμα ο Μαρξ και ο 'Ενγκελς, οπλισμένοι μ' ένα φιλοσοφικό πιστεύω που τους έκανε να δίνουν προτεραιότητα στις υλικές σχέσεις των πραγμάτων, είχαν κι αυτοί ακλόνητη πεποίθηση ότι και στην ανθρώπινη κοινωνία δρουν τέτοιοι απαράβατοι νόμοι και μάλιστα οι ίδιοι γενικοί νόμοι που διέπουν την ύλη και την κίνηση της. Οι συνθήκες ήταν ώριμες για μια φιλοσοφική επανάσταση. Ανακάλυψαν ότι το υλικό στοιχείο της ανθρώπινης κοινωνίας που η ανάπτυξη του φαίνεται να έχει κοσμογονικές συνέπειες είναι τα μέσα παραγωγής.

Στην περίοδο που τα μέσα παραγωγής είναι χαμηλής αποδοτικότητας, γίνονται αναγκαίες οι σχέσεις του πρωτόγονου κομμουνισμού. Αργότερα, όταν τα μέσα παραγωγής μπορούν να δίνουν περίσσευμα, οι σχέσεις του πρωτόγονου κομμουνισμού υποχωρούν, γιατί είναι πια εμπόδιο στην ανάπτυξη των παραγωγικών μέσων, και δίνουν τη θέση τους στις σχέσεις της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, με τη μορφή της δουλείας. Αλλά και οι σχέσεις αυτές, σε κάποια ανώτερη φάση ανάπτυξης των μέσων παραγωγής, δε βρίσκονται πια σε αντιστοιχία με τα μέσα παραγωγής και καταρρέουν. Περνάμε έτσι στις σχέσεις φεουδαρχών - δουλοπάροικων, που ανταποκρίνονται καλύτερα στις τότε ανάγκες για ανάπτυξη των μέσων παραγωγής. Τα μέσα παραγωγής προχωρούν στην ανάπτυξη τους για να τινάξουν στον αέρα και τις σχέσεις παραγωγής της φεουδαρχίας. Έχουμε τώρα ένα νέο σύστημα σχέσεων παραγωγής: τον καπιταλισμό. Με το νέο αυτό σύστημα τα μέσα παραγωγής γνωρίζουν πρωτοφανή ανάπτυξη. Αλλά ακριβώς η ανάπτυξη αυτή των μέσων παραγωγής οδηγεί και στη συντριβή των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και στη δυνατότητα για διαμόρφωση μιας κοινωνίας χωρίς καταπιεστές και καταπιεζόμενους, της σοσιαλιστικής κοινωνίας, που ρίχνει όλα τα εμπόδια για την απεριόριστη ανάπτυξη των μέσων παραγωγής.

Οι ιδεολόγοι της αστικής τάξης έψαχναν για νόμους που θα απόδειχναν τη «νομιμότητα» και την «αιωνιότητα» της αστικής κυριαρχίας. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς έδειξαν ότι ακριβώς «κοινωνικοί νόμοι» οδηγούν αναπόφευκτα στη συντριβή της κυριαρχίας αυτής και στην αντικατάσταση της από μια αταξική κοινωνία. Μόνο που και στις δυο περιπτώσεις πρόκειται για νόμους που δρουν με την ίδια αναγκαιότητα που δρουν και οι νόμοι της φύσης. Η θέληση και οι προθέσεις των ανθρώπων έχουν και στην ανθρώπινη κοινωνία την ίδια θέση που έχουν και στη φύση: δεν μπορούν να κάνουν τίποτε που είναι αντίθετο στην κοινωνική νομοτέλεια. Για τέτοιους νόμους έψαχναν από την αρχή ο Μαρξ και ο Ένγκελς. Ήταν εκ των προτέρων βέβαιοι ότι τέτοιοι νόμοι (πέρα από τον άνθρωπο) κυβερνούν την ανθρώπινη κοινωνία. Και τέτοιους νόμους βρήκαν. Δεν μπορούσαν (δεν ήταν δυνατόν) να ξεφύγουν από την πίεση της εποχής τους.
   
Ας αφήσουμε για μια στιγμή τις γνωσιολογικές συνθήκες που γέννησαν το μαρξισμό κι ας υποθέσουμε ότι κάποιος ερευνητής, με βάση τα στοιχεία μιας πολύχρονης έρευνας, μπορεί να δείξει ότι μέσα στις ταξικές κοινωνίες δρουν μηχανισμοί που αποκλείουν αποτελεσματικά θεωρητικούς προσανατολισμούς επικίνδυνους για την κυρίαρχη τάξη. Και ότι ένας από τους πιο επικίνδυνους προσανατολισμούς είναι ν' αποδειχτεί ότι η ανθρώπινη δυστυχία, η καταπίεση ανθρώπων από άλλους ανθρώπους, είναι αποκλειστικά ανθρώπινη επιλογή και δεν καθορίζεται από κάποιες άλλες δυνάμεις πέρα από τον άνθρωπο.

Κι ας υποθέσουμε ότι ο ερευνητής αυτός μπορεί επίσης να δείξει ότι ιδιαίτερα στο καπιταλιστικό σύστημα, η κυρίαρχη τάξη χρησιμοποιεί πολύ αποτελεσματικά τους μηχανισμούς αυτούς για ν' αποκλείσει την ανθρώπινη ευθύνη, δηλαδή την προσωπική ευθύνη των καπιταλιστών, για την εκμετάλλευση και την άθλια ζωή της εργατικής τάξης και του λαού.

Είναι φανερό ότι, για τον ερευνητή αυτό, το ότι ο μαρξισμός ξεκίνησε με δεδομένη την ύπαρξη κοινωνικών νόμων που κατευθύνουν τα κοινωνικά φαινόμενα δεν ήταν κάτι που είχε μόνο γνωσιολογικές αιτίες. Ήταν κάτι που (σε τελευταία ανάλυση) είχε επιβληθεί από την πίεση των συμφερόντων των κυρίαρχων τάξεων. Μια πίεση που είχε ασκηθεί επί χιλιάδες χρόνια και έδινε πάντα αποτελέσματα. Για τον ερευνητή αυτό ο υποχρεωτικός προσανατολισμός προς τον αποκλεισμό της ανθρώπινης επιλογής μπορούσε να είναι και στην περίπτωση αυτή το αποτέλεσμα δράσης μηχανισμών ανάλογων μ' εκείνους που είχαν οδηγήσει παλιότερα στην εξήγηση των κοινωνικών φαινομένων π.χ. με το «θέλημα του θεού», ή με την πραγμάτωση κάποιας «ιδέας», ή κάποιου εξωανθρώπινου σχεδίου.

Θα δούμε, άλλωστε, παρακάτω ότι ο καπιταλισμός, με το να μπορέσει να κρατήσει την πιο επικίνδυνη για την ύπαρξη του θεωρία (το μαρξιστικό ιστορικό υλισμό) στα πλαίσια της εξήγησης των κοινωνικών φαινομένων με «νόμους» πέρα από την ανθρώπινη θέληση, πέτυχε, εξ αντικειμένου, κάτι πολύ σημαντικό. Πέτυχε να διατηρήσει και να καλλιεργήσει, χωρίς μεγάλη αντίσταση, τη «νομιμότητα» του, ωσότου «ωριμάσουν οι συνθήκες» και, το σπουδαιότερο, πέτυχε να κάνει φοβερά δύσκολη την οικοδόμηση μιας μετακαπιταλιστικής κοινωνίας, που θα έδινε στους ανθρώπους την ελευθερία και την δημοκρατία που αναζητούν αιώνες τώρα. Πραγματικά, ο μαρξισμός θα μπορούσε να είναι αφάνταστα πιο επικίνδυνος για τον καπιταλισμό, αν είχε προχωρήσει πέρα από το φράγμα της εποχής του για την ανθρώπινη ευθύνη. Και θα μπορούσε να οδηγήσει σε μια μετακαπιταλιστική κοινωνία χωρίς τα εσωτερικά μπλοκαρίσματα και τις δυσλειτουργίες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Και όλα αυτά χωρίς κανένα συμβιβασμό και καμιά υποχώρηση απέναντι στις φιλοσοφικές αρχές του διαλεκτικού υλισμού.
Συνεχίζεται..

Πηγές-Στοιχεία:
Κ. Μαρξ και Φ. Ένγκελς, «Άπαντα» ρωσική έκδοση
Χέρμπερτ Μαρκούζε, «Ο Μονοδιάστατος Άνθρωπος»
Ροζέ Γκαρωντύ, «Εναλλακτική Λύση»
Κορνήλιος Καστοριάδης, «Η άνοδος της ασημαντότητας»

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου